Ευλαλία: Σε μια μονοκατοικία πάνω από το Μετς έχει ανοίξει ένα μεζεδοπωλείο που δεν το έχεις πολυδεί στο TikTok
Στο Παγκράτι και το Μετς μιλούν ήδη γι' αυτο το νόστιμο μεζεδοπωλείο: Η Ευλαλία, λίγα μόλις μέτρα μακριά από την Υμηττού, στην οδό Φρύνωνος, έχει κερδίσει τη γειτονιά με το φαγητό και τον ανεπιτήδευτο χαρακτήρα της.
- 02/09/2025, 12:52
- Κείμενο: Ελισάβετ Δαπόντε
Στην αρχή της Φρύνωνος, στα σύνορα Παγκρατίου και Μετς (στην συνοικία που ίσως ξέρεις ως Άγιο Αρτέμιο ή Γούβα), εκεί που οι γειτονιές διατηρούν κάτι από το παρελθόν, ένα μεζεδοπωλείο έχει έρθει να ταιριάξει στη φυσιογνωμία της περιοχής.
Η Ευλαλία άνοιξε πριν από μερικούς μήνες και άρχισε να διαδίδεται από στόμα σε στόμα. Δεν είναι δηλαδή αυτό που λένε TikTok spot – μάλιστα το μαγαζί δεν έχει καν social media. Όμως τα τραπεζάκια έξω από την ισόγεια κατοικία με το χαρακτηριστικό ροζ χρώμα και τις πράσινες τέντες, γίνονται καθημερινά ανάρπαστα.

Όπως και οι περισσότερες μονοκατοικίες, έτσι κι αυτή έχει τη δική της ιστορία, η οποία και αναγράφεται σε μια μαρμάρινη πλάκα. Εδώ έζησαν η Ευλαλία και ο Θανάσης Αθανασιάδης, οι οποίοι ήρθαν από τη Μικρά Ασία. Φτάνοντας στην Αθήνα, έχτισαν το σπίτι τους. «Έζησαν στερημένα, ταπεινά. Έμαθαν λίγα. Έδωσαν πολλά. Κανείς δεν τους μίσησε», γράφει μεταξύ άλλων η επιγραφή. Ο Θανάσης Αθανασιάδης «έφυγε» νωρίς, αφήνοντας την Ευλαλία και τον γιο τους, ο οποίος σπούδασε ενώ εκείνη δούλευε το βελόνι.
Το σπίτι, λοιπόν αυτό, όπου η αγάπη φαίνεται ξεχείλιζε, άλλαξε μορφή αλλά όχι «ψυχή», και μεταμορφώθηκε σε ένα μεζεδοπωλείο από αυτά τα παλιά που ποντάρουν στα λίγα και καλά, που λέμε.
Καρέκλες και τραπέζια με χρωματιστά λάστιχα γεμίζουν το πλατύ πεζοδρόμιο. Το μεσημέρι της Κυριακής, οι παρέες αλλάζουν διαρκώς και υπάρχει λίγη αναμονή για να καθίσεις, ειδικά σε ώρα αιχμής. Σημειώστε ότι κρατήσεις δεν δέχονται.
Στα τραπέζια θα δείτε ζευγάρια, παρεές και οικογένειες, κάθε ηλικίας. Το μενού είναι μικρό, προσεγμένο και απόλυτα στοχευμένο: μόλις 20 πιάτα, ιδανικά για μοίρασμα. Άλλωστε η έννοια του μεζεδοπωλείου αυτή είναι: η παρέα γύρω από ένα τραπέζι με το πιρούνι ή το χέρι να πιάνει μία το ένα μία το άλλο.
Ο κατάλογος χωρίζεται σε κατηγορίες – σαλάτες, τυριά, αλίπαστα, ορεκτικά, κρεατικά, θαλασσινά και γλυκό. Καθεμία διαθέτει τρεις-τέσσερις επιλογές, εκτός από τα θαλασσινά και το γλυκό, που έχουν από μία επιλογή το καθένα.
Εμείς ξεκινήσαμε με ντάκο με παξιμάδι μαλακωμένο από τα ζουμιά της τριφτής ντομάτας, γευστική αλμύρα με λεμονάκι και τυροκαυτερή πραγματικά καυτερή, με αψάδα που σε κάνει να θέλεις λίγο ακόμη. Στη συνέχεια, έφτασαν στο τραπέζι δύο χοιρινά μπριζολάκια ζουμερά, με γεύση από τη μαρινάδα, αφράτα μπιφτεκάκια με γιαούρτι στο πλάι για την απαραίτητη φρεσκάδα και κοτόπουλο με σάλτσα φέτας (ομολογώ πως το κοτόπουλο ήταν μάλλον το πιο «αδιάφορο» πιάτο, το περιμέναμε κάπως πιο σπιρτόζικο). Τα – πεντανόστιμα κατά τα άλλα – πιάτα μπαίνουν όλα στη μέση, για να συνοδεύσουν τη μπύρα, το τσίπουρο ή το κρασί.

Για γλυκάκι δεν θα υπήρχε κάτι πιο ταιριαστό μετά το φαγοπότι, από γιαούρτι με γλυκό του κουταλιού. Μπορεί να το κοιτάξετε με μισό μάτι, επιθυμώντας έναν κορμό σοκολάτας ή ένα σιροπιαστό, αλλά με την πρώτη μπουκιά θα καταλάβετε ότι εκείνη τη στιγμή δεν θα θέλατε κάτι άλλο από τη δροσερή γλυκάδα του.
Όσο για τις τιμές, είναι προσιτές και δίκαιες, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο και εκτιμητέο.