Φροντιστήριο ή Ιδιαίτερα μαθήματα: Τι ταιριάζει καλύτερα στο δικό σου παιδί
Μεγαλώνοντας το Μέλλον
Με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, πρώτο σου μέλημα είναι να οργανώσεις τα εξωσχολικά βοηθητικά μαθήματα, καθώς νιώθεις την ανάγκη να προσφέρεις το καλύτερο στο παιδί. Είναι χαρακτηριστικό της γενιάς μας ως γονείς, όμως τι σημαίνει «καλύτερο» στην πραγματικότητα; Φροντιστήριο ή Ιδιαίτερα μαθήματα; Συμβουλευτήκαμε έναν έμπειρο καθηγητή.
- 16/09/2025, 15:08
- Κείμενο: Αλεξία Ζερβούδη
«Είμαστε μια γενιά γονιών που προσφέρει στα παιδιά της το καλύτερο που έχει προσφέρει ποτέ οποιαδήποτε άλλη γενιά στην παγκόσμια ιστορία. Τέχνες, γλώσσες, ταξίδια, ενημέρωση, και εννοείται υγεία, περιποίηση κλπ. Και όμως, είμαστε η γενιά γονιών που δεν μπορεί να διαχειριστεί το άγχος της για το μέλλον του παιδιού της», σχολιάζει ο Θεοκλής Τσολακίδης, Μαθηματικός, ενεργός καθηγητής με 35 χρόνια εμπειρίας στον τομέα της Εκπαίδευσης και συνιδιοκτήτης του Φροντιστηρίου «Πυρσός» στη Βούλα. Του ζητήσαμε να μας συμβουλεύσει αντικειμενικά για τα πλεονεκτήματα των ιδιαίτερων και του φροντιστηρίου και απαντά:
«Πάντα λέω την αλήθεια. Ο Πυρσός φέτος κλείνει 30 χρόνια λειτουργίας κι αυτό από μόνο του λέει κάτι. Όμως ναι, υπάρχουν αρκετοί γονείς που ήρθαν στο φροντιστήριο και τους πρότεινα ιδιαίτερα για το δικό τους παιδί». Το πραγματικό ερώτημα λοιπόν, δεν είναι Φροντιστήριο ή Ιδιαίτερο, αλλά τι ταιριάζει στο προφίλ του δικού σου παιδιού.

Το περιβάλλον του Φροντιστηρίου και σε ποια παιδιά απευθύνεται
Τα Φροντιστήρια λειτουργούν σε μικρές ομάδες των 5 έως 8 ατόμων, μια πολύ μικρή τάξη, όπου αναπτύσσεται υγιής ανταγωνισμός, έχουν όλοι το χώρο και το χρόνο να θέσουν ερωτήματα, να αλληλεπιδράσουν μεταξύ τους και με τον καθηγητή. Η ένταξη στην ομάδα είναι βοηθητική για τα παιδιά, καθώς όπως τονίζει ο κος Τσολακίδης, στη μετέπειτα επαγγελματική σταδιοδρομία θα κληθούν να συνεργαστούν με άλλα άτομα, όποιο δρόμο κι αν διαλέξουν. Υπάρχει ομαδικότητα και συνεργασία, ενώ ταυτόχρονα ο καθένας δουλεύει με τον εαυτό του, για τον δικό του σκοπό.
Ένα ακόμα μεγάλο πλεονέκτημα των φροντιστηρίων είναι τα διαγωνίσματα. Σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς, διοργανώνονται προσομοιωτικά διαγωνίσματα, όπου όχι μόνο δίνουν την ευκαιρία στο μαθητή να μετρήσει τις δυνάμεις του, αλλά ευκαιρία επανάληψης της διδακτέας ύλης αρκετές φορές μέσα στη σχολική χρονιά. Άλλωστε, «ἕξις, δευτέρα φύσις»!
Το Φροντιστήριο παρέχει ένα επιτελείο καθηγητών με μεγάλη εμπειρία και ξεκάθαρη οργάνωση. «Κάθε μαθητής είναι μοναδικός και το σημαντικότερο στοίχημα είναι να κερδίσεις την εμπιστοσύνη του. Έχει αξία η συνεργασία των καθηγητών ώστε να βρεθεί η κατάλληλη προσέγγιση για τον κάθε μαθητή ξεχωριστά». Αν αυτή η ομάδα κάνει σωστά τη δουλειά της, φαίνεται και από τις επιτυχίες του Φροντιστηρίου.
Πώς ξέρεις ότι το παιδί θα λειτουργήσει μέσα σε αυτή την ομάδα; Ο Θεοκλής Τσολακίδης διευκρινίζει: «Δεν μπορώ να το κρίνω αν το παιδί δεν μπει μέσα σε τάξη δοκιμαστικά. Ειδικά αν είναι σε τάξη μικρότερη της Β’ Λυκείου, θα πρέπει να διερευνήσουμε αν έχει μαθησιακά προβλήματα – δυσλεξία, δυσορθογραφία, διάσπαση προσοχής, ή έντονη εφηβεία. Έτσι λοιπόν, μπαίνει δοκιμαστικά στο τμήμα να δούμε πώς θα πάει. Υπάρχουν παιδιά που τους αρέσει η ομαδική συνεργασία, έχουν αυτοσυγκέντρωση, μπορούν να εστιάσουν, ανάλογα με την ηλικία τους. Κάποια παιδιά δεν διαθέτουν αυτά τα χαρακτηριστικά, όχι επειδή δεν είναι έξυπνα, αντιθέτως, μπορεί να είναι πολύ εύστροφα, το μυαλό τους να τρέχει πριν από τις σκέψεις τους. Με αυτά τα παιδιά δεν είναι πάντα εύκολο να συνεργαστείς, είτε βαριούνται, είτε είναι πολύ άτακτα, δεν μπορούν να μπουν σε οργάνωση και πειθαρχία και τότε προτείνουμε ιδιαίτερα. Κάθε παιδί είναι διαφορετικό, δεν υπάρχει μαγικό ραβδάκι, ούτε είναι εξαρτήματα παραγωγής να τα φτιάχνεις όπως θέλεις. Δεν υπάρχει εγγυημένη επιτυχία, ή συνεργασία».
Ποια παιδιά θα βοηθήσει το Ιδιαίτερο
Στο ιδιαίτερο μάθημα, που γίνεται είτε στο σπίτι, είτε στο Φροντιστήριο, ο καθηγητής εστιάζει σε μόνο έναν μαθητή και πιθανώς καλείται να βοηθήσει σε κάτι πολύ συγκεκριμένο. Σύμφωνα με τον κ. Τσολακίδη, το Ιδιαίτερο επιλέγεται πιο συχνά σε παιδιά που παρουσιάζουν πολύ μεγάλα κενά. Τα κενά αυτά δημιουργούνται από την απουσία ενδιαφέροντος στην εκπαίδευση για πολλά χρόνια και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να καλυφθούν ώστε να μπορέσει κάποια στιγμή να γίνει catch up της ύλης του τρέχοντος σχολικού έτους.
Επίσης, υπάρχουν σπάνιες, ακραίες περιπτώσεις όπου συναντάμε παιδιά τόσο εξαιρετικά, άριστα, τα οποία δεν μπορούν να μπουν σε τμήμα, ή που στοχεύουν σε πολύ υψηλόβαθμη σχολή, όπου πλέον το «παιχνίδι» παίζεται στον μισό πόντο. «Συνήθως οι γονείς είναι που έχουν περισσότερη ανασφάλεια και επιλέγουν για το παιδί το Ιδιαίτερο. Αυτό το άγχος είναι δικαιολογημένο όταν το παιδί στοχεύει σε πολύ υψηλόβαθμες σχολές όπως Ιατρική ή ίσως και η Νομική».
Μια ακόμη κατηγορία μαθητών που το Ιδιαίτερο τούς ταιριάζει καλύτερα, είναι οι μαθητές που έχουν πολύ επιβαρυμένο πρόγραμμα, συνήθως λόγω αθλητικών προπονήσεων. «Το Ιδιαίτερο ενδείκνυται σε παιδιά που έχουν πολύ φορτωμένο πρόγραμμα και δεν αντέχουν άλλο το “έξω”. Το πρωί κοινωνικοποιούνται στο σχολείο, το απόγευμα στην προπόνηση, άρα πρέπει να το ανακουφίσεις. Αντί για 10 ώρες φροντιστήριο, θα επιλέξεις 4 – 6 ώρες ιδιαίτερο. Τα παιδιά αυτά δεν θέλουν επιπλέον κοινωνικοποίηση, δεν χρειάζονται έναν τρίτο κόσμο πέρα από το σχολείο και την προπόνηση».
Ο κος Τσολακίδης εξηγεί ότι υπάρχουν δύο βασικές εκδοχές της εφηβείας: Η ανοιχτή εφηβεία – αντιδραστική, εξωστρεφής – και η εσωστρεφής, όπου το παιδί κλείνεται στον εαυτό του, αφιερώνεται στον Η/Υ, την τηλεόραση, τα παιχνίδια, το κινητό και δεν θέλει να βγει έξω. Αυτή η μοναχικότητα δεν μπορεί να σπάσει εύκολα και το Ιδιαίτερο είναι θεμιτό, ώστε να γίνει πιο ομαλά η μετάβαση στην κοινωνικοποίησή του. Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας εσωστρεφής μαθητής δεν θα βρει ευκαιρία για κοινωνικοποίηση σε μια μικρή ομάδα και συνήθως, είναι πολύ πιο εύκολο να συμμετέχει πιο άνετα μέσα στο ολιγάριθμο τμήμα του φροντιστηρίου, και τελικά να έχει άλλη συμπεριφορά και συμμετοχή από ό,τι μέσα στην τάξη του σχολείου.
“Όταν το παιδί δεν θέλει να διαβάσει, ο γονιός καταλήγει στο ιδιαίτερο, κάνοντας τελικά το μεγαλύτερο λάθος”
«Μπορώ σίγουρα όμως να σας πω, για ποιους δεν ενδείκνυται το ιδιαίτερο. Για παιδιά που δεν θέλουν να διαβάσουν. Συνήθως όταν το παιδί δεν θέλει, ο γονιός καταλήγει στο ιδιαίτερο, πιστεύοντας ότι είναι το σωστό, αλλά τελικά, κάνει το μεγαλύτερο λάθος. Αν ένα παιδί δεν θέλει να προσπαθήσει, με το ιδιαίτερο ρίχνεις λάδι στη φωτιά. Το παιδί πιέζεται συναισθηματικά ή και επαναπαύεται, ενώ θα έπρεπε να τον αφήσουν να αναλάβει τις ευθύνες του. Αυτά τα παιδιά μπορεί να χρειάζονται λίγο και εστιασμένο ιδιαίτερο, όχι έναν καθηγητή που θα αναλάβει την ευθύνη τους και θα έρχεται να κάνει τα μαθήματά τους για το σχολείο».
Πότε το παιδί χρειάζεται εξωσχολική βοήθεια;
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε ότι το φροντιστήριο και το ιδιαίτερο ξεκινούν δραματικά πιο νωρίς από το Λύκειο, όπου ο μαθητής βρίσκεται στην τελική ευθεία και προετοιμάζεται για τις Πανελλήνιες εξετάσεις. Μάλιστα, είναι αρκετά σύνηθες πλέον, το παιδί να λαμβάνει εξωσχολική βοήθεια από το Δημοτικό.
«Γιατί προεξοφλείτε ότι το παιδί σας δεν θα τα καταφέρει μόνο του; Πρέπει να πάει μόνο του, να δοκιμάσει τις δυνάμεις του, να προλάβει να κάνει λάθος. Με το να φορτώνουμε ένα παιδί με επιπλέον μαθήματα από το σχολείο, δείχνει ότι πιστεύουμε ότι δεν θα τα καταφέρει. Κι εδώ έχουμε δύο σενάρια στο τι εκλαμβάνει το παιδί: “Ο γονιός δεν πιστεύει σε εμένα” ή “Ο γονιός είναι τόσο αγχωμένος που αναλαμβάνει τη δική μου ευθύνη και πάντα θα το κάνει”. Πώς αυτό το παιδί θα αναλάβει κάποτε την ευθύνη του εαυτού του;».
Σύμφωνα με τον κ. Τσολακίδη, πρέπει να αφήσουμε το παιδί να μάθει από τα λάθη του και όταν έρθει η στιγμή, αφού εμφανιστεί το λάθος, μπορεί να έρθει κι η βοήθεια. Μάλιστα, σε αυτή την τάση να παρέχουμε εξωσχολική βοήθεια στα πολύ μικρά παιδιά, σχολιάζει ότι οι γονείς παρασύρουν ο ένας τον άλλο, χωρίς να υπάρχει πραγματική ανάγκη.
Ωστόσο, τα δύο χρόνια καραντίνας άλλαξαν δραματικά το τοπίο της εκπαίδευσης. «Προ καραντίνας επέμενα ότι τα παιδιά Γυμνασίου δεν πρέπει να κάνουν ιδιαίτερα, αλλά υπάρχουν τεράστια κενά και ανάγκη για κοινωνικοποίηση και, πλέον, δέχομαι ότι ίσως ένα παιδί πρέπει να κάνει μαθήματα στην Α’, Β’ ή Γ’ Γυμνασίου. Η καραντίνα πραγματικά αλλοίωσε γενιές παιδιών. Αλλοίωσε το βαθμό ωριμότητας, το κέφι, τις γνώσεις τους. Ήταν σκληρό, έβαλε τη ζωή τους σε μια παύση, κι επίσης, έκανε αυτό που φοβόμασταν οι γονείς: την εξάρτηση από την οθόνη. Ήταν η μεγαλύτερη παγίδα στην οποία ρίξαμε τα παιδιά μας».
Χτίζοντας εμπιστοσύνη με έναν Έφηβο
Η μεγαλύτερη ένταση της εφηβείας ξεκινά στη Β’ Γυμνασίου και διαρκεί μέχρι τη Β’ Λυκείου, όπου αρχίζει να εξασθενεί, παρότι η ανάπτυξη του εγκεφάλου συνεχίζει μέχρι τα 25 έτη. Τόσο οι γονείς όσο και οι καθηγητές θα πρέπει να εστιάσουν στο χτίσιμο της εμπιστοσύνης με τα έφηβα παιδιά τους.
Από την πλευρά του εκπαιδευτικού, ο κος Τσολακίδης θεωρεί πως «το να χτίσεις σχέση εμπιστοσύνης με έφηβους είναι το πιο σημαντικό κομμάτι στο οποίο δεν έχουν εκπαιδευτεί οι καθηγητές. Αν μπορούσα να έβαζα ένα μάθημα σε καθηγητές, θα λεγόταν “Πώς χτίζω καλή συνεργασία και εμπιστοσύνη με εφήβους”. Είναι πολύ σημαντικό».