Onus Architecture Studio: Το ταξίδι προς τη βιωσιμότητα των κτιρίων στην Ελλάδα
The Visionaries
Το Onus Architecture Studio, μια δημιουργική ομάδα νέων, με επικεφαλής την αρχιτέκτονα Μαργαρίτα Κυανίδου επαναπροσδιορίζει τη βιώσιμη αρχιτεκτονική ως υπόθεση ευθύνης. Με τεχνογνωσία από την Ολλανδία και έργα που «κουμπώνουν» στο τοπίο, το γραφείο επιχειρεί να δείξει ότι η αισθητική και η βιωσιμότητα μπορούν να συμπορευτούν.
- 28/11/2025, 11:40
- Κείμενο: Γιώργος Λαμπίρης
Στο κέντρο της Αθήνας, το αρχιτεκτονικό γραφείο Onus έχει συγκροτήσει μία ομάδα ανθρώπων που μιλούν με πάθος για βιωσιμότητα, κυκλική οικονομία και συμμετοχικό σχεδιασμό. Το Onus Architecture Studio, το οποίο ίδρυσε η Μαργαρίτα Κυανίδου, δεν αντιμετωπίζει τη βιώσιμη αρχιτεκτονική ως «τάση», αλλά ως βαθιά προσωπική ευθύνη, όπως η ίδια λέει. Όλα ξεκίνησαν από τα παιδικά της ακόμη χρόνια και την οικογένειά της: η μητέρα της, υπεύθυνη Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, και ο πατέρας της, επιχειρηματίας με δραστηριότητα στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την οπτική και το όραμά της. Ολοκλήρωσε τις σπουδές αρχιτεκτονικής στο ΔΠΘ, απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στον Αστικό Σχεδιασμό και τις Επιστήμες Δόμησης από το TU Delft (το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Ντελφτ στην Ολλανδία) και επέστρεψε στην Ελλάδα εν μέσω πανδημίας. Η διαδρομή της μοιάζει με μια σταδιακή και σταθερή πορεία που συνδέει τη θεωρία με την πράξη, και το ατομικό όραμα με συλλογική αλλαγή.

Κυρία Κυανίδου, ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. Πώς ξεκινήσατε ως γραφείο και ποιο ήταν το όραμά σας;
Η σχέση μου με τη βιωσιμότητα ξεκίνησε πολύ πριν σπουδάσω αρχιτεκτονική. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου η μητέρα μου δραστηριοποιούνταν στον τομέα της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και ο πατέρας μου είχε επιχειρηματική δραστηριότητα στον χώρο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Ήταν το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμόρφωσαν την πρώτη μου αντίληψη για το τι σημαίνει σεβασμός στο περιβάλλον. Οι λέξεις όπως «αειφορία», «βιώσιμη ανάπτυξη» και «πράσινη μετάβαση» ήταν στο καθημερινό μας λεξιλόγιο.
Από πολύ μικρή είχα επαφή με συζητήσεις γύρω από το περιβάλλον και την εκπαίδευση. Μεγαλώνοντας, συνειδητοποιούσα ολοένα και περισσότερο ότι αυτή η ματιά με διαμόρφωνε. Έτσι, όταν μπήκα στην Αρχιτεκτονική, η βιωσιμότητα δεν ήταν μια ξεχωριστή θεματική. Ήταν ο τρόπος με τον οποίο καταλάβαινα τον χώρο, το υλικό και την ευθύνη που «κουβαλά» η αρχιτεκτονική σύνθεση.
Την περίοδο που σπούδαζα, ο βιοκλιματικός σχεδιασμός ήταν η πιο συχνή αναφορά στο πεδίο της βιωσιμότητας. Ήταν ένα πρώτο βήμα, αλλά ένιωθα ότι υπήρχε πολύ μεγαλύτερο βάθος που δεν είχαμε ακόμη προσεγγίσει στη σχολή. Αυτή η αίσθηση με οδήγησε να ψάξω τι γίνεται στο εξωτερικό και να δω πώς η βιώσιμη αρχιτεκτονική εξελίσσεται διεθνώς.
Και έτσι φτάσατε στην Ολλανδία;
Στα χρόνια των σπουδών μου άρχισα να ψάχνω σε βάθος τι συμβαίνει διεθνώς στη βιώσιμη αρχιτεκτονική. Έπεσα πάνω στο πρόγραμμα του TU Delft, που είχε μεγάλη παράδοση στην έρευνα για την κυκλική οικονομία, τα υλικά και την καινοτομία στην κατασκευή. Είδα ότι εκεί εξελίσσονταν θέματα που στην Ελλάδα τότε δεν είχαν ακόμη ανοίξει σε αυτό το εύρος. Αυτό μου έδωσε ένα πολύ καθαρό κίνητρο: να συνεχίσω τις σπουδές μου εκεί, να αποκτήσω εξειδίκευση και να επιστρέψω με εργαλεία που θα μπορούσαν να έχουν πραγματική αξία στην πράξη.

Επιλέξατε να επιστρέψετε στην Ελλάδα και όχι να μείνετε στο εξωτερικό. Γιατί;
Ήθελα πολύ να ξεκινήσω κάτι δικό μου στην Ελλάδα. Ένιωθα ότι εδώ μπορούσα να διαμορφώσω μια πορεία με καθαρή ταυτότητα και ουσιαστικό αντικείμενο. Η βιώσιμη αρχιτεκτονική τότε δεν είχε προχωρήσει σε μεγάλο βάθος και αυτό άνοιγε χώρο για νέες ιδέες, έρευνα και εφαρμογές. Η επιστροφή μου ήταν επιλογή ευθύνης και πρόθεσης να συμβάλω σε έναν τομέα που άρχιζε να εξελίσσεται. Παράλληλα, γνώριζα ότι η Ελλάδα θα ήταν ένα πεδίο που συνδύαζε πρόκληση και πραγματική προοπτική.
Πότε γυρίσατε και πώς ξεκίνησε επαγγελματικά η πορεία σας εδώ;
Επέστρεψα στην Ελλάδα την περίοδο της πανδημίας, μετά από τρία χρόνια στην Ολλανδία, όπου συνδύασα σπουδές και πρακτική εμπειρία σε γραφεία που ασχολούνταν συστηματικά με τη βιωσιμότητα και την καινοτομία.
Γυρίζοντας, είδα ότι υπήρχε πραγματικός χώρος για να εφαρμοστούν ιδέες και μεθοδολογίες που είχα γνωρίσει εκεί. Επέλεξα να δω πώς λειτουργεί η ελληνική πραγματικότητα στην πράξη και να χτίσω εμπειρία μέσα από συνεργασίες, ώστε να μεταφέρω όσα είχα μάθει με τρόπο που να έχει νόημα εδώ.
Την ίδια περίοδο άρχισα να δουλεύω και το πρώτο μου λογότυπο. Ήταν ένας τρόπος να δώσω μορφή σε κάτι που τότε ξεκινούσε να παίρνει υπόσταση μέσα μου , μια σκέψη για ένα γραφείο με σαφή ταυτότητα και αειφορικό προσανατολισμό.
Στην αρχή εργάστηκα ως ελεύθερος επαγγελματίας, αναλαμβάνοντας μικρά έργα και ξεκινώντας συνεργασίες που μου έδωσαν πολύτιμη επαφή με την ελληνική καθημερινότητα του κλάδου. Δεν μπήκα σε μόνιμη μισθωτή θέση, γιατί από νωρίς ήξερα ότι ήθελα σταδιακά να δημιουργήσω το δικό μου γραφείο. Ήταν μια πορεία με δυσκολίες, αλλά και με σταθερό στόχο.
Ποιο ήταν το πρώτο brand name πριν από το “Onus”;
Το πρώτο όνομα ήταν R Studio. Το “R” ερχόταν από το reuse (επανάχρηση), από τα διάφορα “R” της βιωσιμότητας – reduce, reuse, recycle κ.λπ. – και φυσικά από την ελληνική «ρητή» αναφορά σε όλα αυτά. Ήταν ένα όνομα που είχα χρησιμοποιήσει κυρίως για δουλειές στο εξωτερικό, ευρισκόμενη σε μια μεταβατική φάση.
Πώς προέκυψε τελικά το Onus;
Το R Studio, ήταν εμπνευσμένο από τις αρχές της κυκλικής οικονομίας στην αρχιτεκτονική. Με τον καιρό όμως κατάλαβα ότι η βιωσιμότητα στην Ελλάδα δεν θα προχωρήσει μόνο μέσα από πρακτικές επανάχρησης ή μείωσης του αποτυπώματος. Χρειάζεται μια βαθύτερη μετατόπιση, μια αλλαγή νοοτροπίας και μια πιο συνειδητή στάση απέναντι στον τρόπο που επεμβαίνουμε στον τόπο.
Σε αυτή τη διαδικασία ωρίμανσης ένιωσα ότι το “R” δεν με εξέφραζε πια. Έψαχνα ένα όνομα που να αποτυπώνει τον πυρήνα της δουλειάς μας και τον τρόπο που θέλαμε να σταθούμε στην ελληνική πραγματικότητα. Σε μια αναζήτηση έπεσα στη λέξη “onus”, που στα λατινικά σημαίνει “ευθύνη”.
Η έννοια αυτή συνοψίζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνομαι την αρχιτεκτονική: ως ευθύνη απέναντι στον τόπο, στους ανθρώπους και στους πόρους που χρησιμοποιούμε. Έτσι προέκυψε το Onus Architecture Studio.
Χρονολογικά πότε ξεκινάει το Onus και πότε αποκτά δικό του χώρο;
Ως brand και ως πιο συγκροτημένη προσπάθεια, το Οnus ξεκινάει ουσιαστικά το 2022. Με δικό του χώρο και ταυτότητα, το 2023, στην οδό Χαριλάου Τρικούπη 14, στο κέντρο της Αθήνας.
Ποιο ήταν το πρώτο έργο που αναλάβατε;
Το έργο στο Τολό ήταν η πρώτη ανεγερση που ανέλαβε το γραφείο. Δεν είχε απόλυτα βιώσιμο χαρακτήρα, αλλά αποτέλεσε ένα σημαντικό πρώτο βήμα, όπου μπορέσαμε να εντάξουμε ορισμένες πιο συνειδητές επιλογές στον σχεδιασμό.
Το πρώτο έργο με ξεκάθαρη βιώσιμη κατεύθυνση ξεκίνησε λίγους μήνες αργότερα, στα τέλη του 2022, μέσα από συνεργασία με το ΕΙΠΑΚ, για μια παθητική κατοικία στα Γλυκά Νερά. Εκεί είχαμε την ευκαιρία να δουλέψουμε με τον παθητικό σχεδιασμό στον πυρήνα της μελέτης.
Η βιώσιμη αρχιτεκτονική απαιτεί συνεργασίες. Δεν είναι ζήτημα μόνο αρχιτεκτονικού οράματος, αλλά συντονισμού ειδικοτήτων και επιστημονικής τεκμηρίωσης. Συνεργασίες όπως αυτή με το ΕΙΠΑΚ, που έχει βαθιά τεχνική γνώση και εμπειρία στο παθητικό πρότυπο, είναι απαραίτητες για να εξασφαλίσουμε ότι οι αποφάσεις μας βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα και όχι σε θεωρητικές προσεγγίσεις.

Ας πάμε τώρα στο project που κάνατε στη Σύρο. Τι είναι ακριβώς και σε ποιο στάδιο βρίσκεται;
Πρόκειται για μια ιδιωτική κατοικία εκτός σχεδίου. Είναι ένα έργο με ιδιαίτερη σημασία για το γραφείο , καθώς είναι το πρώτο έργο της ομάδας σε νησιωτικό περιβάλλον και αυτό απαιτεί προσοχή τόσο στο τοπίο όσο και στους τοπικούς κανόνες.
Η μελέτη εξελίχθηκε σε έργο που άνοιξε έναν νέο δρόμο για το Onus. Η προσέγγιση που ακολουθήσαμε, η ένταξη στο τοπίο και οι βιώσιμες λύσεις που ενσωματώθηκαν, οδήγησαν σε διεθνείς και εγχώριες διακρίσεις. Το έργο παρουσιάστηκε σε περισσότερα από 60 μέσα και πλατφόρμες παγκοσμίως, και διακρίθηκε ως η καλύτερη βιώσιμη οικιστική μελέτη σε παγκόσμια κλίμακα, κάτι που συνέβαλε καθοριστικά στην αναγνωρισιμότητα του γραφείου.
Ήταν επίσης ένας από τους λόγους που το Onus συμπεριλήφθηκε στη λίστα των 220 καλύτερων αρχιτεκτονικών γραφείων παγκοσμίως για το 2025 (A+List του Architizer).

Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της κατοικίας στη Σύρο;
Το βασικό χαρακτηριστικό της κατοικίας είναι ο τρόπος που εντάσσεται στο τοπίο. Ο σχεδιασμός παραμένει καθαρός, με πέτρινες επιφάνειες που δημιουργούν σκιάσεις και επαναλαμβάνουν ρυθμούς της κυκλαδικής αρχιτεκτονικής. Πίσω από αυτά τα “φίλτρα” αναπτύσσεται ένας πιο διάφανος όγκος, στραμμένος προς τον νότο. Η διάταξη επιτρέπει φυσικό φωτισμό, προστασία από την έκθεση και τη δημιουργία ενός μικρού αιθρίου που βοηθά τον διαμπερή αερισμό.
Σε επίπεδο φέροντος οργανισμού, επιλέξαμε να μειώσουμε στο μέτρο του δυνατού το οπλισμένο σκυρόδεμα, κρατώντας τις κολόνες στην περίμετρο για μια πιο ελαφριά δομή. Η οροφή όμως παραμένει από σκυρόδεμα και έπρεπε να εξισορροπηθεί το αποτύπωμά της. Εκεί ενσωματώσαμε μια λύση που για εμάς έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: ένα σύστημα τύπου “blue roof”.
Η επιφάνεια της οροφής λειτουργεί ως σημείο συλλογής και διαχείρισης του νερού της βροχής. Κάτω από τη φύτευση υπάρχει υποδομή που συγκρατεί το νερό, το φιλτράρει και το οδηγεί σε δεξαμενές, ώστε να καλύπτει μέρος των αναγκών του κτιρίου και της φύτευσης. Η επιλογή των φυτών βασίστηκε σε είδη ανθεκτικά στις κλιματικές συνθήκες των Κυκλάδων – μεσογειακή μακία, αρωματικά και ενδημικά είδη – ώστε να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της φύτευσης, να μειωθούν οι ανάγκες συντήρησης και να δημιουργηθεί ένα μικροκλίμα που λειτουργεί υπέρ του κτιρίου.
Είναι ένας τρόπος να αξιοποιηθεί μια υποχρεωτική κατασκευαστική επιλογή και να μετατραπεί σε στοιχείο βιωσιμότητας, τόσο σε ενεργειακό όσο και σε οικολογικό επίπεδο.
Ως γραφείο, προτιμάτε μικρότερα, «boutique» έργα ή σας ενδιαφέρουν και πολύ μεγαλύτερα κτίρια;
Ως γραφείο δουλεύουμε σε διαφορετικές κλίμακες, από μικρότερες κατοικίες μέχρι μεγαλύτερα έργα. Αυτό που μας ενδιαφέρει δεν είναι τόσο το μέγεθος, όσο η διάθεση του πελάτη να προσεγγίσουμε το έργο με τεκμηριωμένη βιώσιμη λογική.
Αυτή την περίοδο σχεδιάζουμε ένα βιώσιμο κτίριο γραφείων όπου από πλευράς πελατών υπάρχει μεγάλη ευαισθητοποίηση σε θέματα πιστοποιήσεων, ενεργειακής απόδοσης και ευημερίας των χρηστών. Τέτοιες συνεργασίες μας επιτρέπουν να εφαρμόζουμε πρακτικές που έχουν πραγματικό αειφορικό αποτύπωμα.
Μας ενδιαφέρει πολύ και η ξενοδοχειακή αρχιτεκτονική. Η βιωσιμότητα σε μεγάλα συγκροτήματα απαιτεί άλλη κλίμακα σχεδιασμού, μελετημένο ενεργειακό ισοζύγιο, σωστή οργάνωση λειτουργιών και μια ισχυρή σχέση με το τοπίο. Είναι ένα πεδίο που θέλουμε να αναπτύξουμε, γιατί μπορούμε να προσφέρουμε τεκμηριωμένες λύσεις που βελτιώνουν την ενεργειακή συμπεριφορά, μειώνουν το λειτουργικό κόστος και δημιουργούν καλύτερες συνθήκες ζωής.
Σε ένα ξενοδοχειακό έργο η βιωσιμότητα αποδίδει άμεσα: από την κατανάλωση ενέργειας και νερού μέχρι την εμπειρία του χώρου. Εκεί μπορούμε να συμβάλουμε ουσιαστικά, τόσο στον σχεδιασμό όσο και στη στρατηγική επιλογή συστημάτων και υλικών που έχουν πραγματικό αντίκτυπο στη λειτουργία και την ανθεκτικότητα του έργου.

Αν βγαίνατε τώρα στο μπαλκόνι και κοιτάζατε την πόλη γύρω από τη Χαριλάου Τρικούπη, τι θα λέγατε για την Αθήνα ως προς την αισθητική και την αρχιτεκτονική της;
Η Αθήνα είναι μια πόλη με έντονη ανομοιογένεια. Έχει στρώματα διαφορετικών εποχών και χρήσεων που συχνά συνυπάρχουν χωρίς κοινό σχεδιασμό. Αυτό τη δυσκολεύει, αλλά ταυτόχρονα της δίνει μια ιδιαίτερη δυναμική.
Για μένα το ζητούμενο δεν είναι να την κρίνουμε αισθητικά, αλλά να δούμε πού υπάρχουν πραγματικές δυνατότητες βελτίωσης. Το μεγαλύτερο περιθώριο βρίσκεται στα υφιστάμενα κτίρια και στις μικρές ή μεγάλες παρεμβάσεις που μπορούν να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους: σωστή θερμική προστασία, λύσεις σκίασης, επανάχρηση κελυφών, φύτευση σε δώματα και βεράντες, καλύτερη διαχείριση του νερού.
Σε μια τόσο πυκνή πόλη, η βιωσιμότητα προκύπτει από πρακτικές, στοχευμένες παρεμβάσεις που βελτιώνουν το μικροκλίμα και την καθημερινότητα των κατοίκων. Το ζητούμενο είναι να βοηθήσουμε την πόλη να αναπνεύσει μέσα από έξυπνες σχεδιαστικές επιλογές, που σέβονται το υπάρχον περιβάλλον και το εξελίσσουν.

Υπάρχουν διεθνή παραδείγματα που σας εμπνέουν στη δουλειά σας;
Ο συμμετοχικός σχεδιασμός είναι ένας από τους πιο ουσιαστικούς άξονες για μια βιώσιμη πόλη. Όταν μιλάμε για αστικό περιβάλλον, μιλάμε για ένα σύστημα στο οποίο συναντιούνται καθημερινές ανάγκες, διαφορετικές ομάδες χρηστών και πολλαπλές λειτουργίες. Κανένας μεμονωμένος φορέας –ούτε ο αρχιτέκτονας, ούτε ο δήμος– δεν μπορεί να έχει πλήρη εικόνα αυτής της πολυπλοκότητας.
Η συμμετοχή των κατοίκων στη διαδικασία του σχεδιασμού βοηθά να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ζουν, κινούνται και χρησιμοποιούν τον χώρο. Αυτή η κατανόηση οδηγεί σε λύσεις που ανταποκρίνονται πραγματικά στον τόπο και δεν επιβάλλονται θεωρητικά. Παράλληλα, ενισχύει την αποδοχή και τη φροντίδα του δημόσιου χώρου, γιατί οι άνθρωποι βλέπουν τον εαυτό τους μέσα στο αποτέλεσμα.
Σε μια πόλη όπως η Αθήνα, όπου οι ανάγκες είναι πολλές και συχνά διαφορετικές από γειτονιά σε γειτονιά, ο συμμετοχικός σχεδιασμός δεν είναι απλώς ένα εργαλείο διαβούλευσης. Είναι βασικό στοιχείο για να πετύχουμε μια αστική ανάπτυξη που λειτουργεί στην πράξη, βελτιώνει το μικροκλίμα και δημιουργεί δημόσιους χώρους που αντέχουν στον χρόνο και υπηρετούν τους κατοίκους.
Ποιο είναι το όραμά σας για τα επόμενα χρόνια;
Το επόμενο βήμα για το γραφείο είναι να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τον τρόπο που δουλεύουμε γύρω από τη γνώση, την έρευνα και τη συνεργασία. Μας ενδιαφέρει να δημιουργήσουμε έναν πιο οργανωμένο πυρήνα μέσα και έξω από το Onus, όπου θα συζητάμε συστηματικά θέματα βιωσιμότητας, θα ανταλλάσσουμε εμπειρία με συναδέλφους και θα διαμορφώνουμε εργαλεία που βοηθούν να παίρνονται καλύτερες αποφάσεις σε κάθε έργο.
Παράλληλα, θα ήθελα τα έργα μας να έχουν ουσιαστικό αποτύπωμα: να σέβονται τον τόπο, και να δημιουργούν μια καθημερινότητα με ποιότητα. Να επαναφέρουμε την αρχιτεκτονική στον ρόλο που της αξίζει· ως μια πράξη ευθύνης απέναντι στον άνθρωπο, τον τόπο και το περιβάλλον. Να γίνει μέσο για να διατηρήσουμε — και να εξελίξουμε — την ταυτότητα του τόπου, τη βιωσιμότητα της καθημερινότητας, την ποιότητα της ζωής.
