Στο Λokal για το πιο viral βάσκικο cheesecake των Νοτίων Προαστίων (και άπαιχτη μηλόπιτα)
Στον Άγιο Δημήτριο, σε ένα σημείο όπου τίποτα δεν προμήνυε την επιτυχία που θα ακολουθούσε, έχει ανοίξει ένα από τα πιο δημοφιλή spots στα νότια για brunch και γλυκό. Το επισκεφθήκαμε για να δοκιμάσουμε το βάσκικο cheesecake και να απαντήσουμε στο ερώτημα: Τι παίζει τελικά με το Λόκαλ;
- 05/12/2025, 10:53
- Κείμενο: Δημήτρης Ιωάννου
- Φωτογραφίες: Δημήτρης Ιωάννου
Στα ηχεία παίζει το Take my Breath του Weeknd, ό,τι πιο ταιριαστό με την alternative μηλόπιτα που βρίσκεται μπροστά μου. Τριμμένο μπισκότο Lotus αγκαλιάζει το γλυκό, η βάση έχει καραμελωμένα μήλα με μπαχαρικά, στη μέση New York cheesecake, ξανά καραμελωμένα μήλα και από πάνω αλμυρή καραμέλα βουτύρου. Ένα γλυκό που πραγματικά μπορεί να σου κόψει την ανάσα.
Αν και η μηλόπιτα είναι η δική μου αγαπημένη επιλογή, ο λόγος που ο περισσότερος κόσμος έρχεται στο λοkal είναι σίγουρα το viral Basque cheesecake του –ένα από τα λίγα μέρη στα νότια προάστια που μπορείς να βρεις κάτι τέτοιο– και φυσικά το cinnamon roll.

Όταν ο Χρήστος Μάρκου, η Χριστιάννα Θανάση και ο Τάσος Kotliarov αποφάσισαν να μπουν στον χώρο της εστίασης, ο Άγιος Δημήτριος σίγουρα δεν ήταν στις πρώτες τους επιλογές. «Το σημείο προέκυψε», λέει ο Χρήστος στο NouPou. «Παρότι δεν μένει κανείς μας εδώ, είχαμε οικογενειακούς φίλους και συχνάζαμε στην περιοχή. Κάποια στιγμή απλώς είδαμε το ενοικιαστήριο». Και κάπως έτσι, σε έναν δρόμο με φασαρία στη μέση του πουθενά, όπου η επιτυχία έμοιαζε σχεδόν ακατόρθωτη, γεννήθηκε ένα από τα πιο ιδιαίτερα brunch & dessert spots της Αθήνας.
Το αρχικό όνομα –Coze– εγκαταλείφθηκε γρήγορα. Δεν κόλλαγε με αυτό που πήγαιναν να κάνουν. Ο Άγιος Δημήτριος είναι από τις λίγες περιοχές της Αθήνας που κρατούν ακόμα ζωντανή την έννοια της γειτονιάς, οπότε το «λοkal» έμοιαζε σίγουρα πιο ταιριαστό. Το μαγαζί, αν και σχετικά μικρό –μικρότερο τουλάχιστον απ’ όσο φαντάζονταν για το πρώτο τους άνοιγμα– το αγάπησαν με την πρώτη ματιά.

Από εκεί και πέρα άρχισε ο πραγματικός Γολγοθάς: ο ζαχαροπλάστης που δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί, μια βιτρίνα άδεια τρεις ημέρες πριν από το άνοιγμα και ένα brand που έπρεπε να σταθεί στα πόδια του από το μηδέν. Η εμπειρία τους όμως στον χώρο της εστίασης, η καριέρα τους στη διαφήμιση και φυσικά το πείσμα τους να πετύχουν έκανε τα πράγματα λίγο πιο εύκολα.


«Δεν είχα καμία σχέση με τη ζαχαροπλαστική», παραδέχεται ο Χρήστος, κι όμως έκανε εντατικά μαθήματα ώστε να βγάλει μόνος του όλα τα γλυκά. Σήμερα, δύο χρόνια μετά το άνοιγμα, όλες οι συνταγές περνούν από τα χέρια του. Από τη μελέτη, το consulting και την επίβλεψη, μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Και αυτό φαίνεται, καθώς τίποτα στο λοkal δεν είναι «απλώς καλό». Κάθε γλυκό έχει δεχτεί δεκάδες διορθώσεις μέχρι να γίνει αυτό που πρέπει.
«Ως προς τη γεύση, την υφή, την λεπτομέρεια, ξεχωρίζουν όλα. Δεν θα βρεις κάτι αντίστοιχο σε άλλο μαγαζί», λέει ο Χρήστος. «Όλα είναι φρέσκα, χειροποίητα, χωρίς συντηρητικά. Δεν κάνουμε οικονομία στην πρώτη ύλη. Πολλά μαγαζιά χρησιμοποιούν σκόνες για να αποφύγουν το ρίσκο. Εμείς όχι. Εδώ η βιτρίνα είναι της ημέρας. Ό,τι δεν φύγει, το τρώμε εμείς ή το κερνάμε». Η φύρα στις αρχές ήταν τεράστια και οι τιμές παρεξηγήθηκαν, όμως σιγά-σιγά το κοινό κατάλαβε: η ποιότητα και η ποσότητα δεν ήταν απλώς δίκαιες, αλλά σωστές.
«Φτιάχνουμε αυτό που θέλαμε να τρώμε και εμείς έξω. Να τρως κάτι ωραίο που να αξίζει τα λεφτά του και να θες να ξαναπάς», τονίζουν.

Ο δρόμος δεν ήταν εύκολος. Το μαγαζί έπρεπε να αποκτήσει vibe, ροή, σταθερό κοινό. Στο εξάμηνο ήρθαν τα πρώτα σημάδια. Και πριν το καταλάβουν, διάσημοι food bloggers και influencers άρχισαν να χτυπούν την πόρτα τους. «Δεν κάνουμε συνεργασίες», τονίζει η ομάδα. «Το προϊόν πρέπει να σταθεί μόνο του. Θέλουμε ο κόσμος να μιλάει για εμάς επειδή το αξίζουμε, όχι επειδή πληρώσαμε κάποιον». Αυτή η επιλογή, όσο ρομαντική κι αν ακούγεται, ήταν τελικά το μεγαλύτερό τους όπλο.
«Πρωταρχικός μας σκοπός είναι η ποιότητα και η φιλοξενία. Αν ένας πελάτης πει ότι κάτι δεν του άρεσε, το αλλάζουμε αμέσως», λένε. Η Χριστιάννα –πιο αυστηρή από τον Χρήστο, όπως λέει ο ίδιος γελώντας– δοκιμάζει κάτι αμέτρητες φορές πριν αποφασίσει ότι είναι έτοιμο να μπει στο μαγαζί. «Πρέπει να είναι τέλειο», επιμένει.
Και ίσως αυτός είναι ο λόγος που το cinnamon roll του λοkal, ένα προζυμένιο ζυμάρι που χρειάστηκε πάνω από οκτώ μήνες πειραματισμών, έχει γίνει κάτι σαν μύθος. Από τα 20 κομμάτια ημερησίως στην αρχή, σήμερα τα Σαββατοκύριακα φεύγουν μέχρι και 300. Και τα νούμερα συνεχώς ανεβαίνουν.

Το ίδιο συνέβη και με τη μηλόπιτα: κάποιοι έρχονται κάθε Σάββατο αποκλειστικά γι’ αυτή, ενώ όσον αφορά το Basque cheesecake, τα λόγια είναι περιττά: ανάλαφρη υφή, τραγανό μπισκότο και επικάλυψη που μπορείς να τρως ασταμάτητα. «Θα δεις ότι όλα τα γλυκά μας είναι ελαφριά. Δεν θα μπουχτίσεις, δεν θα σε λιγώσουν», λένε – και είναι αλήθεια.
Στο λοkal μπορείς ακόμα να βρεις triple layered carrot cake, banana bread, ενώ το new entry της βιτρίνας είναι ένα φλαν με σοκολάτα Callebaut, και curd από φρέσκα φρούτα του πάθους. Και παρότι τα γλυκά είναι αυτά που τους έκαναν διάσημους, το κατάστημα διαθέτει και αλμυρές healthy επιλογές, όπως avocado toast, fluffy ομελέτες και croque madame, μεταξύ άλλων.

Ενώ το λοkal συνεχίζει τα ανοδικά του βήματα, η ομάδα κάπου στις αρχές του καλοκαιριού δημιούργησε και το lab, μια μικρή εταιρεία χονδρικής με έδρα το Παγκράτι, που πλέον δίνει γλυκά σε περισσότερα από 35 μαγαζιά της Αθήνας, και σκοπεύει σύντομα να πουλάει και λιανική σε τιμές εργαστηρίου. «Δεν έχουμε κόμπλεξ να δώσουμε τις συνταγές μας σε άλλους επαγγελματίες», λέει ο Χρήστος. «Χαιρόμαστε να βρίσκει ο κόσμος καλό γλυκό όπου κι αν πάει».

Παράλληλα, θέλουν να μεγαλώσουν το κατάστημα παίρνοντας και τον δίπλα χώρο, αν όλα πάνε καλά, και ίσως αργότερα να επεκταθούν στα βόρεια ή ακόμα πιο νότια της Αττικής, προς Βούλα. Αυτή τη στιγμή υπάρχει και μια πρόταση για Κύπρο, η οποία είναι ακόμα στα σκαριά. Δεν βιάζονται όμως, θέλουν πρώτα να χτίσουν γερά θεμέλια πριν προχωρήσουν. «Ακόμα δεν έχουμε προλάβει να χαρούμε αυτό που φτιάξαμε», λέει γελώντας η Χριστιάννα.