Στον Μπακάλη του Αλίμου για καλοψημένα κρεατικά, μεζέδες και σκιουφικτά με αρνάκι – λουκούμι

Κάπου ανάμεσα στην οικειότητα του μεζεδοπωλείου και τη φροντίδα ενός σύγχρονου εστιατορίου, ο Μπακάλης στον Άλιμο στήνει τραπέζια που μοιάζουν γνώριμα, αλλά έχουν πάντα κάτι παραπάνω να πουν – είτε μέσα από τις γεύσεις, είτε μέσα από τις ιστορίες που τις συνοδεύουν.
- 01/07/2025
- Κείμενο: Ελισάβετ Δαπόντε
- Φωτογραφίες: Λεωνίδας Τούμπανος
Ανέκαθεν μου άρεσαν οι ιστορίες που λέγονταν γύρω από ένα τραπέζι. Εκεί, ανάμεσα σε τσιμπολόγημα και τσίπουρο που ρέει, οι άνθρωποι μοιάζουν να ανοίγονται πιο εύκολα και να μοιράζονται. Μια στιγμή όπου, από μια απλή συζήτηση, καταλήγεις να ακούς μια ιστορία ζωής που σε παρασέρνει. Μια τέτοια τροπή πήρε και η έξοδος για φαγητό στον Μπακάλη στον Άλιμο, όπου ανακάλυψα μια ιστορία που εμπνέει.
Η ιστορία του Μπακάλη άρχισε να γράφεται το 2015, όταν ο Γιώργος Αναστασίου ονειρευόταν να δημιουργήσει το δικό του ντελικατέσεν, όπου θα πρωταγωνιστούν διαλεχτά προϊόντα από γωνιές της χώρας. Η ιδέα ήταν οικεία, ένας χώρος που δεν θα περιοριζόταν μόνο στην πώληση τοπικών προϊόντων, αλλά θα έδινε και την ευκαιρία σε όποιον ήθελε να καθίσει και να δοκιμάσει μεζέδες, φτιαγμένους εκείνη την ώρα. Σαν σκηνή βγαλμένη απ’ την ταινία «Ο Μπακαλόγατος».
Αναζητώντας τον κατάλληλο χώρο, μία μέρα πέρασε από τη συμβολή της Θουκυδίδου με την Αλίμου. Εκεί, στον αριθμό 19, αναγνώρισε το σημείο που έμελλε να γίνει το δεύτερο σπίτι του. Μετά από μήνες δουλειάς, το ντελικατέσεν «Ο Μπακάλης» με τα λίγα τραπέζια, άνοιξε τις πόρτες του το 2016.
Μια βιτρίνα με τυριά και αλλαντικά κυριαρχούσε στον χώρο, ενώ στα ράφια στέκονταν όσπρια, ζυμαρικά και κάθε λογής προϊόντα, διαλεγμένα με φροντίδα. Η φιλοσοφία απλή και γευστική: να προσφέρουν στο τραπέζι το καλύτερο, «παντρεύοντας» την παράδοση με το σύγχρονο. Από τότε μέχρι σήμερα, πολλά έχουν αλλάξει στον χώρο, καθώς πλέον λειτουργεί καθαρά ως μεζεδοπωλείο, ωστόσο η ψυχή του παραμένει η ίδια: ταγμένη στην ποιότητα και την ελληνική μεσογειακή κουζίνα.
Η πρώτη ύλη βρίσκεται στον πυρήνα της φιλοσοφίας του Μπακάλη. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Ένας άνθρωπος που εμπνεύστηκε και υλοποίησε την ιδέα ενός ντελικατέσεν, δεν νοείται να απομακρυνθεί από την αυθεντικότητα και τη φρεσκάδα των προϊόντων — αξίες που διατηρούν τη σημασία τους, ανεξάρτητα από τις προκλήσεις που συναντά γενικά ο χώρος της εστίασης.
Η γραβιέρα έρχεται από τη Νάξο, τον τόπο καταγωγής του κ. Αναστασίου, το μαστέλο από τη Χίο, τα λουκάνικα από την Καρδίτσα, η φέτα από τη Λάρισα, τα σκιουφικτά και η μυζήθρα από την Κρήτη. Όλα αυτά και πολλά άλλα συνθέτουν τα πιάτα του Μπακάλη και η αλήθεια είναι ότι η γεύση της πρώτης ύλης βγαίνει έντονα στο πιάτο.
Στο φάγειν, λοιπόν, ο κατάλογος του Μπακάλη είναι χορταστικός, διαθέτοντας αυτό που λέμε «ό,τι τραβά η όρεξή σου». Εμείς δοκιμάσαμε ένα ψωμί που μοσχοβολούσε προζύμι και συνοδευόταν με λάδι με μυρωδικά – ό,τι πρέπει για να ανοίξει η όρεξη. Ζητήσαμε λίγο ακόμη, γιατί η τυροκαυτερή, που «τσιμπάει» λίγο στην κάψα, και η ανάλαφρη μελιτζανοσαλάτα ήθελαν τις «βούτες» τους. Η πατζαροσαλάτα με το σπανάκι, την κρέμα ξυνομυζήθρας και το πορτοκάλι μάς δρόσισε, προετοιμάζοντάς μας για τη συνέχεια. Τα συκωτάκια ήρθαν άψογα ψημένα, κρατώντας όλα τους τα ζουμιά. Η αλήθεια είναι ότι παρέμειναν μαλακά ακόμη και όταν πέρασε η ώρα με τη συζήτηση, συνοδεύοντας το τσίπουρο ως μεζές.
Το τσίμπι τσίμπι συνεχίστηκε με τα κυρίως πιάτα, τα οποία μπήκαν στη μέση, γιατί το νόημα του φαγητού είναι να το μοιράζεσαι με τους αγαπημένους σου. Έτσι, λοιπόν, είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε χυλωμένο κριθαρότο λαχανικών με λότζα και λάδι τρούφας, τόση όση χρειαζόταν, μία απαλή φάβα με πίκλα κρεμμυδιού, κρίταμο και μαστιχωτό χταπόδι. Η χοιρινή Tomahawk ήταν άψογη και εξαφανίστηκε μέσα σε δευτερόλεπτα από το τραπέζι.
Βέβαια, το δικό μου αγαπημένο πιάτο ήταν τα σκιουφιχτά με το αρνάκι και τη μυζήθρα. Ειλικρινά, το κρέας έλιωνε στο στόμα και μου έκανε τρομερή εντύπωση η ποσότητα. Γενναιόδωρη, με μπόλικα κομμάτια κρέατος, όχι δύο-τρία για το θεαθήναι. Η μυζήθρα, δε, μοσχοβολούσε. Όταν βρεθείτε στον Μπακάλη, σας συμβουλεύω να μην παραλείψετε αυτό το πιάτο.
Το μενού πάντως διαθέτει πιάτα για όλους, με περισσότερες επιλογές σε κρεατικά, δίχως όμως να λείπουν τα θαλασσινά και τα vegetarian πιάτα, ενώ υπάρχει και kids menu με λιγκουίνι με κόκκινη σάλτσα και μοσχαρίσιο μπιφτέκι με πατάτες τηγανητές. Ο Μπακάλης διαθέτει επίσης αρκετά πιάτα ημέρας, δουλεύοντας best sellers, όπως ο μουσακάς. Τον χειμώνα, δε, θα βρείτε ζεστές σούπες, ενώ το καλοκαίρι στα πιάτα ημέρας μπορεί να βρείτε από κολοκυθοανθούς μέχρι σεβίτσε. Κάθε φορά και μια έκπληξη!
Ο μουσακάς αγαπιέται ιδιαίτερα από ντόπιους και τουρίστες, οι οποίοι βρίσκουν στον Μπακάλη το σημείο όπου θα απολαύσουν καλή ελληνική κουζίνα. Η τοποθεσία του μία ανάσα από τη θάλασσα και την παραλία Καλαμακίου, την Ακτή του Ήλιου ή την κοντινή Μαρίνα Αλίμου παίζει προφανώς σημαντικό ρόλο, καθώς ποιος δεν θέλει μετά από μια ημέρα στη θάλασσα, να απολαύσει νόστιμο φαγητό.
Στο μεζεδοπωλείο πάντως θα δείτε θαμώνες κάθε ηλικίας από όλη την Αθήνα. Η φήμη του άλλωστε έχει ξεπεράσει τα όρια της γειτονιάς προ πολλού. Έτσι, το μεσημέρι τα τραπέζια γεμίζουν με στελέχη των γύρω εταιριών που έρχονται εδώ για lunch break ή επαγγελματικά ραντεβού, αλλά και με ηλιοκαμμένους λόκαλ 60άρηδες που συνοδεύουν ένα τσίπουρο με δύο μεζέδες. Το βράδυ, θα δείτε οικογένειες αλλά και παρέες 30+ να απολαμβάνουν συζητήσεις επί παντός επιστητού.
Επιτυχία, λοιπόν, είναι να κάνεις όσους έρχονται, να ανυπομονούν να ξανακαθίσουν στα τραπέζια σου… και αυτό ο Μπακάλης το έχει καταφέρει.