Η Κατερίνα Πολέμη θυμάται τα σχολικά της χρόνια στα Εκπαιδευτήρια Γείτονα

Η Κατερίνα Πολέμη γράφει μουσική για το θέατρο, για τον κινηματογράφο και για το δικό της σχήμα. Σε μια διαφορετική συνέντευξη, επιστρέφει στα μαθητικά της χρόνια στα Εκπαιδευτήρια Γείτονα, θυμάται τη δασκάλα που την οδήγησε στο Berklee και εξηγεί γιατί, όταν κάνεις αυτό που αγαπάς, δεν αντιλαμβάνεσαι τις δυσκολίες.
- 04/07/2025
- Κείμενο: Αλεξία Ζερβούδη
Υπάρχει μια μεγάλη ιδιαιτερότητα σε αυτήν εδώ τη συνέντευξη. Η δημοσιογράφος και η συνεντευξιαζόμενη μοιράζονταν κάποτε την ίδια αίθουσα μουσικής, κάτω από τη στέγη του ίδιου σχολείου. Πριν και μετά από αυτό, δεν είχαμε καθόλου επικοινωνία ή μνήμες η μια από την άλλη. Στην πορεία της συνέντευξης, βρήκαμε και κάποια άλλα κοινά, που μας οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι αγαπήσαμε το σχολείο μας περισσότερο από όσο αντιλαμβανόμασταν «τότε» και η επιρροή του μας ακολούθησε στη μετέπειτα πορεία μας, σαν μια αόρατη αγκαλιά.
Με την Κατερίνα Πολέμη ήμασταν λοιπόν συμμαθήτριες, στην ίδια τάξη, αλλά σε διαφορετικά τμήματα. Παρότι δεν είχαμε κοινές παρέες, άρα γνωριζόμασταν ελάχιστα, η φιγούρα της ήταν χαρακτηριστική και δεν άλλαξε καθόλου ως τώρα. Εκφραστικά μάτια, μακριά γυαλιστερά μαλλιά, χρώματα που θυμίζουν ηλιοβασίλεμα κι ένα γρέζι στη φωνή, που δεν μπορείς να την μπερδέψεις με άλλη.
Τη θυμάμαι με μια μπάλα του μπάσκετ ανά χείρας κι έπειτα, στο μάθημα μουσικής, ως μια ταλαντούχα μαθήτρια που το σχολείο αξιοποιούσε σε όλες τις γιορτές μας. Δεν ξαφνιάστηκα, όταν κάποια χρόνια μετά την αποφοίτησή μας, είδα στα social media τη δημοσίευση του πρώτου της μουσικού δίσκου, με τίτλο: “Spread the music, not the name”. Σκέφτηκα ότι η Κατερίνα δεν χωρούσε στο ελληνικό πεντάγραμμο και πως έπραξε καλά επιλέγοντας την Αμερική για να ακολουθήσει το όνειρό της. Όμως διαψεύστηκα, γιατί η Κατερίνα γύρισε στην Ελλάδα αμέσως μετά και δεν αντιλήφθηκε ποτέ τη δυσκολία του να κυνηγάς ένα όνειρο σε αυτή τη χώρα. Γιατί; «Όταν κάνεις αυτό για το οποίο είσαι φτιαγμένος, δεν καταλαβαίνεις από δυσκολία. Απλώς το κάνεις!».
Η Κατερίνα ζούσε με την οικογένειά της, τους γονείς και τον μικρότερο αδελφό της, στην Αγγλία, όταν αποφάσισαν να μετοικίσουν στην Ελλάδα το 1996. Μέχρι τότε, φοιτούσε σε αγγλόφωνο σχολείο, όπου τα ελληνικά διδάσκονταν λίγες ώρες την εβδομάδα, ως ξένη γλώσσα. «Όταν ήρθαμε στην Ελλάδα, πήγαμε και είδαμε διάφορα σχολεία και στο τέλος οι γονείς μας μας άφησαν να διαλέξουμε σε ποιο θέλουμε να γραφτούμε. Εμείς διαλέξαμε τον Γείτονα. Δεν ήταν συνειδητή απόφαση βέβαια, ήταν ένστικτο. Το σχολείο αυτό με είχε κάνει να νιώσω όμορφα από την πρώτη στιγμή, σαν να μου ταίριαζε ενεργειακά. Μου άρεσε που ήταν μέσα στη φύση, ήμουν φυσιολάτρης από μικρή. Ακόμα θυμάμαι να ακούγονται τα κουδουνάκια από τα κοπάδια που περνούσαν λίγο παραπέρα, στο λόφο. Αυτό μου άρεσε πάρα πολύ», θυμάται.
Καθότι η μητέρα της κατάγεται από τη Βραζιλία, η Κατερίνα μεγάλωσε μιλώντας τρεις γλώσσες ταυτόχρονα: ελληνικά, πορτογαλικά και αγγλικά. «Όταν ξεκίνησα να μιλάω, έφτιαξα μια πρόταση με τις τρεις γλώσσες μαζί. Κανείς δεν κατάλαβε τι είπα, ούτε καν η μαμά μου», γελάει. Ωστόσο, στο μαθησιακό κομμάτι, όσον αφορά τα ελληνικά της, εκείνη συναντούσε δυσκολίες. Στο μάθημα της Ιστορίας συναντούσε πολλές άγνωστες λέξεις σε μια μόλις παράγραφο, ενώ στα μαθηματικά η διαφορά στα σύμβολα από το αγγλικό της σχολείο την μπέρδευε και την αποθάρρυνε. «Όταν ξεκίνησα στον Γείτονα, εγώ ακόμη ονειρευόμουν και σκεπτόμουν στα αγγλικά. Ήταν δύσκολο να αλλάξει αυτό. Παρότι οι γονείς μου ποτέ δεν ήταν πιεστικοί, πολλές φορές ένιωθα χειρότερη μαθήτρια από ό,τι ήμουν. Αλλά θυμάμαι ότι προσπαθούσα πολύ, από μόνη μου. Και οι καθηγητές πάντα με βοηθούσαν. Δεν μπορώ να κρίνω την ικανότητα των καθηγητών στο αντικείμενό τους, μπορώ να πω όμως τι εντύπωση μου άφησαν στο σύνολο. Ήταν σαν να επιλέχθηκαν όλοι για την καλοσύνη τους».
Η Κατερίνα Πολέμη μεγάλωσε σε μια οικογένεια που όλοι τραγουδούσαν. Όπως η ίδια λέει, όταν επισκέπτονταν τους συγγενείς της στη Βραζιλία, πάντα η οικογένεια μαζευόταν και τραγουδούσαν όλοι μαζί– μάλιστα με ρώτησε αν στη δική μου οικογένεια κάναμε το ίδιο (η απάντηση είναι όχι!), γιατί πίστευε ότι αυτό κάνουν οι άνθρωποι όταν ανταμώνουν και είναι χαρούμενοι. Η ίδια μάθαινε πιάνο από τεσσάρων ετών και αργότερα, έμαθε κιθάρα. Το αγαπημένο της μάθημα στο σχολείο, ήταν φυσικά, το μάθημα μουσικής. «Πριν από λίγα χρόνια, η μητέρα μου, μου αποκάλυψε ότι ως παιδί είχα μια μορφή δυσλεξίας. Δεν υπάρχει επίσημη διάγνωση, αλλά σε κάποια φάση, ίσως στο Γυμνάσιο, μπορεί να είχε αναφέρει κάτι κάποιος καθηγητής ή η παιδοψυχολόγος του σχολείου. Εκείνα τα χρόνια δεν δίναμε τη βαρύτητα που δίνουμε σήμερα και, καλώς ή κακώς, το εκπαιδευτικό σύστημα παγκοσμίως βασίζεται ως επί το πλείστον στην αναλυτική ευφυΐα. Εγώ είχα ανεπτυγμένη τη μουσική και την κιναισθητική ευφυΐα».
Το αποτύπωμα που άφησε το σχολείο
Μέχρι το Γυμνάσιο, η Κατερίνα φλέρταρε με την ιδέα να ακολουθήσει το μπάσκετ επαγγελματικά. «Έκανα όλα τα αθλήματα και μου άρεσε να παίζω με τα αγόρια στο διάλειμμα, κυρίως μπάσκετ. Έκανα και τένις, έπαιζα και βόλεϊ… Αλλά το μπάσκετ ήταν το αγαπημένο μου. Είχα ονειρευτεί να παίζω στο NBA γυναικών, ήμουν τόσο ταγμένη σε αυτό, που θυμάμαι να ξαγρυπνάω για να δω τους αγώνες στη μικρή τηλεόραση, χωρίς ήχο. Μια ημέρα ξύπνησα και αυτό το πάθος είχε εξατμιστεί. Απλώς έφυγε από μέσα μου και τον χώρο που άφησε τον πήρε η μουσική!».
Αυτό που θυμάται από τα μαθητικά της χρόνια στον Γείτονα η Κατερίνα, είναι κυρίως η ασφάλεια που ένιωθε μέσα στο χώρο του σχολείου. «Ναι, είναι ένα σχολείο με πολλά γήπεδα, πολλές μπασκέτες. Αλλά δεν είναι αυτά που με κάνουν να νιώθω τυχερή που φοίτησα εκεί. Υπάρχει κάτι άλλο, πιο ουσιαστικό. Ο κύριος Γείτονας.». Το σχολείο για εκείνη είναι συνυφασμένο με τον ιδρυτή του, τον κ. Ελευθέριο Γείτονα. «Ο κύριος Γείτονας αγαπάει τους ανθρώπους, αγαπάει τα παιδιά. Πιστεύει σε αυτό που έφτιαξε, είναι ακριβώς αυτό που κάνει. Είναι Παιδεία ο ίδιος. Λίγοι άνθρωποι «είναι» αυτό με το οποίο ασχολούνται. Δεν είναι μια “δουλειά”, αλλά το “είναι” σου. Είμαι πραγματικά ευγνώμων για το σχολείο αυτό, υπήρχε ανθρωπιά, μια ζεστή οικογενειακή ατμόσφαιρα. Ο κύριος Γείτονας σε κοίταζε στα μάτια και σου μιλούσε γλυκά, πάντα σε ήρεμους τόνους. Έσκυβε στο ύψος του παιδιού, σε έκανε να νιώθεις ασφάλεια. Αυτό, σου μένει για πάντα. Αυτό είναι αληθινή Παιδεία, είναι στάση ζωής. Σου μαθαίνει να φέρεσαι με σεβασμό στους άλλους. Τον θαυμάζω πολύ και δεν είναι τυχαίο που όλα τα παιδιά όταν τον βλέπαμε στους χώρους του σχολείου, χαιρόμασταν πολύ».
«Δεν θα δυσκολευτώ να μεταφέρω στο άρθρο μας αυτό που λες, γιατί το νιώθω κι εγώ», της απάντησα, «Αυτό που περιγράφεις είναι μια αγκαλιά». Η Κατερίνα συμφώνησε και συμπλήρωσε, «ναι, υπήρχε ένα ενωτικό κλίμα, αυτό χαρακτήριζε το σχολείο μας». Θυμάται επίσης, την εκδρομή στα Ζαγοροχώρια. «Ο κύριος Γείτονας μας είχε πάει κάποτε εκδρομή στο χωριό του, στα Ζαγοροχώρια, όπου μεταξύ άλλων, μαζέψαμε πορτοκάλια από τις πορτοκαλιές του. Τι υπέροχη ανάμνηση! Ήταν μαζί μας σε όλη τη διάρκεια της εκδρομής, με γαλότσες, όχι με το κοστούμι και τη γραβάτα όπως τον είχαμε συνηθίσει. Ήμασταν, νιώθαμε, πραγματικά όλοι μας παιδιά του».
Η Κατερίνα δέθηκε πολύ και με τη δασκάλα μουσικής των Εκπαιδευτηρίων Γείτονα, την κυρία Ντομένικα, με την οποία διατηρεί ισχυρούς φιλικούς δεσμούς έως σήμερα. «Κάποια στιγμή, προς τιμήν της, η Ντομένικα είπε στους γονείς μου, ‘’δεν έχω κάτι άλλο να μάθω στην Κατερίνα. Πρέπει να της βρούμε έναν άλλο δάσκαλο, για να συνεχίσει’’. Αυτός ο δάσκαλος, ο Άγγελος Τσουρέλης, είχε περάσει από το Berklee College of Music στη Βοστώνη, δεν ήξερα για αυτή τη σχολή μέχρι εκείνη τη στιγμή. Δεν το είχα στοχεύσει, μου το έφερε έτσι η ζωή! Μετά το IB στον Γείτονα λοιπόν, φοίτησα εκεί για τέσσερα χρόνια και τον επόμενο χρόνο έβγαλα τον πρώτο μου δίσκο».
Όπως εξηγεί η ίδια, το IB ήταν ένα εξαιρετικής σημασίας βήμα για να μπορέσει να φοιτήσει στο εξωτερικό. Μετά τις σπουδές της, παρέμεινε στην Αμερική κάνοντας συναυλίες πότε στη Βοστώνη και πότε τη Νέα Υόρκη, ώσπου το 2012 θέλησε να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Γύρισα στην Ελλάδα το 2012. Έπρεπε να δικτυωθώ, οπότε πήγαινα σε μέρη που γίνονταν live, γνώριζα μουσικούς, τους μιλούσα. Δεν το ένιωθα δύσκολο. Δεν είχα να το συγκρίνω με χρυσές δεκαετίες που ίσως είχαν περάσει οι προηγούμενες γενιές. Απλώς πορευόμουν με ό,τι είχα! Αρχικά, η Ντομένικα μου γνώρισε έναν ντράμερ. Κι ύστερα, από μουσικό σε μουσικό, γνώρισα κι άλλους κι έφτιαξα την πρώτη μου μπάντα».
Σήμερα, η Κατερίνα Πολέμη γράφει τη δική της μουσική για θεατρικές παραστάσεις, κινηματογραφικές παραγωγές (βλ. soundtrack της ταινίας «Μικρά Αγγλία» του Παντελή Βούλγαρη) και φυσικά για την ίδια και το σχήμα της.