Ο Χρυσόστομος Τραϊφόρος μπορεί να βρει την κατάλληλη μπίρα για όλους
The Summer Times
Πρώην bartender, λάτρης των ταξιδιών και ανήσυχος επιχειρηματίας, ο Χρυσόστομος είναι ο άνθρωπος πίσω από το 7Monks και το Abrazo της Αργυρούπολης. Πιστεύει πως, ακόμα κι αν γενικώς δεν πίνεις μπίρα, θα βρει μία που να σου αρέσει. Εναλλακτικά θα σε κεράσει απέναντι μια frozen μαργαρίτα.
- 02/07/2025, 11:09
- Κείμενο: Αλεξία Ζερβούδη
Ο Χρυσόστομος είναι ο βενιαμίν της οικογένειάς του, ο μικρότερος από τα πέντε μεγαλύτερα αδέλφια του. Έχει δικές του επιχειρήσεις εστίασης στην Αργυρούπολη, αλλά παρά τις υψηλές απαιτήσεις και τα επιβαρυμένα ωράρια, βρίσκει πάντα το χρόνο «να ζήσει». Διατηρώντας την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, ταξιδεύει συχνά, και του αρέσει να δοκιμάζει πάντα κάτι καινούριο. «Πρέπει κανείς να ζει όμορφα. Όταν κάτι δεν μας αρέσει, το αλλάζουμε και πάμε παρακάτω. Με μια σοβαρή παρένθεση. Δεν εγκαταλείπουμε αμαχητί. Αλλά αν μετά τη μάχη, δεν μας ικανοποιεί το αποτέλεσμα, πρέπει να προχωράμε».
Πριν αποκτήσει τα δικά του μαγαζιά, δούλευε ως bartender στα διασημότερα καλοκαιρινά clubs των Νοτίων Προαστίων. Παράλληλα, το πρωί εργαζόταν σε οργανωμένη ομάδα marketing σε πολυεθνική. «Το club ήταν μεγάλο σχολείο. Με έμαθε να διαβάζω τους ανθρώπους, με την πρώτη ματιά. Επειδή πάντα είχα στόχο να κάνω δικά μου μαγαζιά, παρατηρούσα τι μου αρέσει και τι όχι και νοερά, κρατούσα «σημειώσεις». Πολλοί από τους φίλους μου, που δουλεύαμε μαζί νύχτα, έχουν σήμερα δικά τους μαγαζιά. Η αλήθεια είναι ότι φαίνονταν εκείνοι που μια μέρα θα έκαναν κάτι στην εστίαση. Το διασκεδάζαμε, αλλά είχαμε και τον στόχο μας», αφηγείται, «Όλα είναι επιλογή σου. Είναι στο χέρι σου πώς θα διαχειριστείς τις ευκαιρίες που σου παρουσιάζονται».

Σε συνδυασμό με τη δωδεκαετή πορεία του στον χώρο του marketing, ο Χρυσόστομος απέκτησε όλα εκείνα τα προσόντα που χρειάζεται ένας νέος επιχειρηματίας στον κόσμο της εστίασης. «Μου άρεσε το marketing και είχα την τύχη να κάνω rotation σε διάφορα τμήματα. Είχα εξαιρετικές σχέσεις με όλους τους συναδέλφους μου. Θυμάμαι ότι έκανα αρκετή ώρα να διασχίσω τα γραφεία για να φτάσω στο δικό μου, γιατί σταματούσα να χαιρετίσω και να μιλήσω με όλους. Έφυγα το 2010, γιατί είχα ήδη την καφετέρια και το μεζεδοπωλείο κι εκεί δυσκολεύτηκα. Ήθελα να κάνω κι άλλες δικές μου επιχειρήσεις». Όπως εξήγησε ο ίδιος, τα περισσότερα χρόνια στο marketing εργαζόταν στη βιομηχανία του καπνού, επομένως, όταν περιορίστηκε η διαφήμιση στον τομέα, το αντικείμενο δεν είχε τόσο ενδιαφέρον. «Περνούσα πολύ καλά, αλλά γενικά δεν μου ταίριαζε ίσως το κλίμα στις εταιρείες. Ήθελα κάτι άλλο».
Η συνάντησή μας έγινε ένα πρωινό στο 7Monks. Παρήγγειλα έναν καφέ, παρατήρησα ότι ο συνομιλητής μου δεν έπινε τίποτα. «Δεν πίνω καφέ. Είμαι ήρεμος γενικά, αλλά ταυτόχρονα έχω πολλή ενέργεια. Οπότε τον αποφεύγω», γέλασε. Αναρωτήθηκα αν του αρέσει πολύ η μπίρα κι αν αυτό ήταν το κίνητρο για να ανοίξει την αυθεντική μπιραρία στην Αργυρούπολη. «Πριν το 7Monks δεν έπινα μπίρα, τώρα πίνω. Είμαι σίγουρος, ότι μπορώ να βρω την κατάλληλη μπίρα για οποιοδήποτε. Ακόμη κι αν δεν πίνεις μπίρα, θα βρω εκείνη που τελικά θα σου αρέσει». Στο 7Monks έρχονται άνθρωποι όλων των ηλικιών, από όλη την Αττική και ειδικά το καλοκαίρι, ο κήπος του είναι πάντα γεμάτος. «Ανοίξαμε τον Ιούλιο του 2015. Όταν χτίζαμε το brand του μαγαζιού, κάναμε πολλά live και γρήγορα μας έμαθε ο κόσμος. Μετά, κύλησε μόνο του, δεν έχει γίνει ιδιαίτερη προσπάθεια marketing».

Κάθε Οκτώβριο διοργανώνουν τη δική τους γιορτή μπίρας, ένα μικρό φεστιβάλ, που τρέχει παράλληλα με τη διεθνή διοργάνωση του Octoberfest. «Πηγαίνω στο Octoberfest, είναι μια εκπληκτική εμπειρία. Πιστεύω αξίζει να πας μια φορά να το ζήσεις, αν και τα τελευταία χρόνια, έχει αλλάξει λίγο το κλίμα. Είναι πιο αυστηρά τα προληπτικά μέτρα ασφαλείας, κυρίως μετά από τα τρομοκρατικά χτυπήματα στην Ευρώπη. Αλλά και πάλι!».
Στη δική του μπιραρία, θα βρεις δυσεύρετες ετικέτες και καλό φαγητό – και πολύ, και καλό. Επίσης, μπορείς να κατεβάσεις την εφαρμογή τους σκανάροντας ένα QR code, όπου θα βρεις όλο το μενού και μπορείς να παραγγείλεις ή να φωνάξεις τον σερβιτόρο σου. «Γενικά μου αρέσει η τεχνολογία, είμαι γκατζετάκιας, αλλά όχι gadget victim. Αν κάτι λειτουργεί καλά, το κρατάω. Όμως ψάχνομαι, ώστε εάν υπάρχει κάποιο χρήσιμο εργαλείο, να βελτιώσω και να αναβαθμίσω την εξυπηρέτηση. Έψαχνα κάτι που θα μπορούσε να μειώσει τον χαμένο χρόνο στο service. Ο πελάτης κερδίζει καλύτερη εξυπηρέτηση και ο σερβιτόρος έχει ποιοτικότερο χρόνο για ουσιαστική επαφή με τον πελάτη».

Το 7Monks είναι ακριβώς η μπιραρία που υπήρχε στο νου σου, πριν την επισκεφθείς την πρώτη φορά. Θα σε κερδίσει τόσο για την ποικιλία και την ποιότητα, όσο και για τις εκπλήξεις της. Θα συμμετέχεις σε διαγωνισμούς από τις εταιρείες, με την παραγγελία σου ίσως κερδίσεις ανταποδοτικά κάποιο δώρο, ένα καπέλο, ή ένα μπρελόκ-ανοιχτήρι. «Και κερνάμε πάντα όλα τα τραπέζια, έστω ένα σφηνάκι, ή ένα γλυκό. Επιλέγοντας να έρθουν εδώ με τιμούν και θέλω να ανταποδίδω έμπρακτα το ευχαριστώ».
Προσπαθώντας να καταλάβω περισσότερα για τον χαρακτήρα του συνομιλητή μου, τον ρώτησα, εφόσον δεν έχει μια αγαπημένη μπίρα, μήπως τότε έχει μια αγαπημένη μαργαρίτα. Γέλασε και μου έδειξε στην απέναντι γωνία το Abrazo, το μεξικάνικο εστιατόριο που είχε την «ατυχία» να ανοίξει αρχές του 2020, λίγο πριν την καραντίνα. Ωστόσο, όχι μόνο επιβίωσε, αλλά είναι top καλοκαιρινός προορισμός στα Νότια Προάστια. Μου απάντησε ότι του αρέσουν πολύ οι frozen μαργαρίτες από φρέσκα φρούτα και πως, ως πρώην bartender, έχει ασχοληθεί προσωπικά με όλες τις συνταγές των κοκτέιλς.

«Αν ήσουν βαρυποινίτης, και μπορούσες να παραγγείλεις το τελευταίο σου γεύμα, τι θα ήταν;», ρώτησα. «Θα ήταν μεγάλο πρόβλημα για εμένα αυτό!», γέλασε. «Τρώω από όλα, αλλά μου αρέσει πολύ να δοκιμάζω νέες γεύσεις. Όταν πηγαίνω κάπου για φαγητό, θα παραγγείλω πάντα αυτό που δεν έχω ξαναφάει. Προσαρμόζομαι εύκολα και μου αρέσει να δοκιμάζω καινούριες γεύσεις. Μπορώ να φάω “βρώμικο” από καντίνα ή να πάω σε ένα πολύ καλό εστιατόριο. Επίσης, όπου πηγαίνω ταξίδι, δοκιμάζω τοπικά φαγητά. Στην Ινδονησία ας πούμε, έφαγα τα πάντα!».
Αφού συζητήσαμε λίγο για τις γεύσεις των σκαθαριών (!), η συζήτηση επέστρεψε στο Abrazo. «Θα με βρεις συχνά στο Abrazo. Το καλοκαίρι ανοίγουμε όλα τα τζάμια και την οροφή και γίνεται ουσιαστικά αυλή! Για εμένα δεν είναι στόχος να έρχονται μόνο στο δικό μου μαγαζί, αλλά γενικά, να επιλέγει ο κόσμος την Αργυρούπολη για την έξοδό του. Να έχουμε όλοι δουλειά».
«Γιατί διάλεξες να ανοίξεις αυτό και όχι κάτι άλλο;». Η απάντηση ήταν σαφής. Είναι θέμα τάσης, μια ορθολογική επιχειρηματική απόφαση και του αρέσει το μεξικάνικο φαγητό. Ο Χρυσόστομος θεωρεί ότι οι επιχειρηματίες πρέπει να είναι ευέλικτοι, να «ακούνε» την αγορά και να προσαρμόζονται. Θεωρεί περιττό το να δένεσαι συναισθηματικά με την επιχείρηση και υγιές το να αλλάζεις, όταν έρχεται η κατάλληλη στιγμή ή τάση της εποχής, εξ ου και η αλλαγή από καφετέρια σε μεξικάνικο».

Τα καλοκαίρια για τον Χρυσόστομο είναι πιο απαιτητικά, αλλά βρίσκει χρόνο για μια βουτιά, για μια έξοδο, ή για μια καλοκαιρινή απόδραση. «Είμαι αρκετά αφοσιωμένος στη δουλειά μου, αλλά γενικά, μετά τον κορονοϊό, έχω αναθεωρήσει σε κάποια πράγματα. Αφιερώνω περισσότερο χρόνο στον εαυτό μου. Κάνω αρκετά ταξίδια όποτε μπορώ να βρω τον χρόνο. Θέλω ο χρόνος που θα αφιερώσω σε εμένα, να είναι ποιοτικός. Πολύς κόσμος που βλέπει την εστίαση απ’ έξω, νομίζει ότι τα μαγαζιά είναι εύκολη υπόθεση, αλλά δεν είναι έτσι. Είναι πολλές οι ώρες, ακόμη και στις διακοπές είμαι πάντα online. Έχω στήσει τα μαγαζιά έτσι, ώστε αν χρειαστεί, να μπορώ να τα διαχειριστώ από απόσταση, από το κινητό ή το laptop. Επομένως, θα λείψω όταν θέλω και μπορώ να το κάνω. Είμαι της άποψης ότι πρέπει να αφιερώνεις χρόνο σε εσένα και στους ανθρώπους σου. Να μην φτάνεις σε ένα σημείο που έχουν περάσει τα χρόνια κι έχεις χάσει επαφή με τους ανθρώπους σου, δεν έχεις προφτάσει να ζήσεις. Ίσως τότε αναρωτηθείς, μήπως με λιγότερα θα ήμουν πιο ευτυχισμένος;». Στους επόμενους στόχους του είναι ένα ταξίδι με μηχανή και να μάθει kite surf.
Παρότι διανύουμε ήδη το καλοκαίρι, όπου η δουλειά φουντώνει, ο Χρυσόστομος φαίνεται χαλαρός και καλοδιάθετος. «Έτσι γίνεται με το καλοκαίρι. Υπάρχει άλλη διάθεση, το βλέπεις και στον κόσμο. Η μέρα είναι μεγαλύτερη, όλοι πάνε για μπάνιο, ο κόσμος είναι πιο χαρούμενος, έχει διάθεση να βγει, να φάει, να πιει». Δεν μου είπε σε καμία στιγμή «η ζωή είναι ωραία», αλλά αν έπρεπε να τα συμπτύξω σε μια μόνο πρόταση όσα είπε, θα ήταν ακριβώς αυτό.