Από το 1981 στη Νέστορος 21: Το ψητοπωλείο που είδε το Φάληρο να μεγαλώνει
Στην ίδια γωνία της Νέστορος εδώ και σαράντα τέσσερα χρόνια, ο «Λάμπρος» συνεχίζει να ψήνει όπως τότε, με κάρβουνο, μεράκι και συνταγές που δεν αλλάζουν. Σε ένα Παλαιό Φάληρο που έγινε αγνώριστο, το παλιό ψητοπωλείο παραμένει το πιο ζωντανό κομμάτι της μνήμης του.
Στην ίδια γωνία της Νέστορος εδώ και σαράντα τέσσερα χρόνια, ο «Λάμπρος» συνεχίζει να ψήνει όπως τότε, με κάρβουνο, μεράκι και συνταγές που δεν αλλάζουν. Σε ένα Παλαιό Φάληρο που έγινε αγνώριστο, το παλιό ψητοπωλείο παραμένει το πιο ζωντανό κομμάτι της μνήμης του.
- 24/10/2025, 10:38
- Κείμενο: NouPou.gr
Το 1981, όταν το Παλαιό Φάληρο ήταν μια ήσυχη γειτονιά με ελάχιστα μαγαζιά, ο θείος Λάμπρος άναψε για πρώτη φορά τα κάρβουνα στη Νέστορος 21. Σαράντα τέσσερα χρόνια μετά, ο «Λάμπρος» συνεχίζει να ψήνει το ίδιο μαριναρισμένο κοτόπουλο που έκανε τους πρώτους πελάτες να επιστρέφουν ξανά και ξανά. Σήμερα, τους παλιούς της γειτονιάς συντροφεύουν και οι τουρίστες από τη Μαρίνα Φλοίσβου, ο κόσμος που έρχεται με το τραμ από όλη την Αθήνα. Η περιοχή άλλαξε δραματικά, το ψητοπωλείο έμεινε ίδιο, και αυτή ακριβώς είναι η μαγεία του.

Όταν το Παλαιό Φάληρο ήταν ακόμα… παλαιό
«Ήμασταν από τα πρώτα μαγαζιά στη γειτονιά», θυμάται ο Γρηγόρης, ανιψιός του θείου Λάμπρου, που τρέχει σήμερα το ψητοπωλείο. Η περιοχή τότε ήταν μικρή, ήσυχη, με καλόκαρδους ανθρώπους που αγκάλιασαν αμέσως το νέο στέκι. Οι πρώτοι πελάτες έρχονταν για τις παραδοσιακές συνταγές που ο θείος Λάμπρος έφερε από την Πρέβεζα. Το μπιφτέκι πλαθόταν στο χέρι με κρεμμύδι, μαϊντανό και σκόρδο, ακριβώς όπως και σήμερα. Ο παππούς της οικογένειας καθόταν στο τραπέζι, έπινε το κρασάκι του και έλεγε ιστορίες με τους πελάτες. Αυτές οι ιστορίες ακούγονται ακόμα από τους παλιούς που έρχονται και θυμούνται.
Η γειτονιά μεγάλωσε, οι γεύσεις έμειναν ίδιες
Το 2002 ήρθε η μεγάλη ανακαίνιση. Όχι για επίδειξη, αλλά από ανάγκη καθώς η ζήτηση είχε ξεπεράσει τις δυνατότητες του μικρού χώρου. Η κουζίνα αναβαθμίστηκε για να αντέχει τον όγκο, αλλά οι συνταγές; Αναλλοίωτες. Ο γύρος, αργοψημένος για να είναι τραγανός απ’ έξω και ζουμερός μέσα. Οι πατάτες, κομμένες στο χέρι κάθε πρωί. Το κοντοσούβλι που λιώνει στο στόμα, τα παϊδάκια που σερβίρονται καυτά και αχνιστά. Γύρω τους άνοιγαν και έκλειναν πιτσαρίες, καφετέριες, modern concepts. Ο Λάμπρος έμεινε σταθερός – τα ξύλα στους τοίχους, οι παλιές φωτογραφίες, η Vespa στην είσοδο που «σηματοδοτεί τη διαδρομή από τότε μέχρι τώρα».

Οι ίδιες οικογένειες, τρεις γενιές μετά
Τρεις γενιές τώρα. Οι πρώτοι πελάτες φέρνουν τα παιδιά τους, που φέρνουν τα δικά τους παιδιά. «Έχουν μετακομίσει και έρχονται μόνο και μόνο για να πάρουν φαγητό και να φύγουν», λένε στο μαγαζί. Τι παίρνουν; Τα ίδια αγαπημένα τους ψητά κρεατικά, τα μπαμπάτσικα μπιφτέκια που χορταίνουν, το μοσχαρίσιο μπριζολάκι με τη χαρακτηριστική μυρωδιά της σχάρας. Οι πιο «ψαγμένοι» ξέρουν για τη χειροποίητη «χτυπητή» με φέτα και πιπεριά Φλωρίνης, το ταλαγάνι στη σχάρα που έγινε signature, τη φέτα σε φύλλο με μέλι που κλέβει την παράσταση. Και πάντα, στο τέλος, το κέρασμα – παγωτό το καλοκαίρι, γλυκό τον χειμώνα.

Γιατί το «παραδοσιακό» κερδίζει το “gourmet”
Ενώ άλλα ψητοπωλεία έγιναν gastropubs με fancy περιγραφές και microgreens, ο Λάμπρος έμεινε στα βασικά: κάρβουνα, σχάρα, σωστό ψήσιμο. «Μας έχει ανταμείψει», παραδέχονται. Οι μερίδες παραμένουν γενναιόδωρες όταν παντού σερβίρουν μικροπιάτα. Οι τιμές συγκρατούνται: «απορροφούμε κι εμείς κάποια πράγματα για να μπορεί ο κόσμος να βγαίνει». Και παρά το γεγονός ότι το delivery είναι πλέον σημαντικό στην καθημερινότητα των Αθηναίων, ισάξια ο κόσμος αγαπάει τον ζεστό χώρο του Λάμπρου για να έρθει και να τον επισκεφτεί. Γιατί ο χώρος με τα ξύλα και την αυλή είναι μέρος της εμπειρίας. Αυτή η σταθερότητα, που κάποιοι θα έλεγαν συντηρητισμό, αποδείχτηκε η μεγαλύτερη καινοτομία.

Σαράντα τέσσερα χρόνια στην ίδια γωνία. Το Παλαιό Φάληρο άλλαξε, εξελίχθηκε, μοντερνοποιήθηκε. Ο Λάμπρος έμεινε ίδιος – και ίσως γι’ αυτό ακριβώς τον αγαπάει τόσο η γειτονιά. Γιατί σε έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς, χρειαζόμαστε κάπου να ξέρουμε τι θα βρούμε. Ένα ψητό που ατμίζει, ένα χαμόγελο στην πόρτα, και εκείνη τη μυρωδιά από τα κάρβουνα που σε τραβάει από το πεζοδρόμιο.